Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2012

Προβληματισμοί και προτάσεις διάσωσης-ανάδειξης προϊστορικού τύμβου και οικίας από ωμοπλίνθους στο πλαίσιο των εργασιών της επανέκθεσης του μουσείου Θήβας


Νίκος Στεργίου - Χάρης Γεωργιάδης
Συντηρητές αρχαιοτήτων - Εργασίες επανέκθεσης νέου μουσείου Θηβών - ΕΣΠΑ 2007 - 2013

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΚΑΙ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΔΙΑΣΩΣΗΣ - ΑΝΑΔΕΙΞΗΣ 
ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΚΟΥ (ΠΕ ΙΙ) ΤΥΜΒΟΥ ΚΑΙ ΟΙΚΙΑΣ ΑΠΟ ΩΜΟΠΛΙΝΘΟΥΣ

Η ανακοίνωση έγινε τον περασμένο Μάρτιο, στα πλαίσια της 4ης Αρχαιλογικής Συνάντησης Θεσσαλίας - Στερεάς Ελλάδας 2009-2011, στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Βόλος.

ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΑ ΚΑΙ ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Στον αρχαιολογικό χώρο όπισθεν του Μουσείου Θηβών, σώζονται ωμόπλινθοι στην ανωδομή των Π.Ε. ΙΙ αψιδωτού κτιρίου και περιβόλου. Στο αψιδωτό κτίριο η πλίνθινη ανωδομή διατηρείται
πάνω από τη λίθινη θεμελίωση, έως και σε 1,30 μ. ύψος. Ο περίβολος του κτιρίου έχει πλίνθινη ανωδομή με ύψος πάνω από 3μ., πάνω σε λίθινα άνδηρα. Στα τέλη της ΠΕ ΙΙ - φάσης Λευκαντί, ο
χώρος καλύφθηκε με έναν ιδιαίτερα επιμελημένης κατασκευής τύμβο από ωμόπλινθους, χτισμένους κατά κανονικές σειρές, σε έκταση γύρω στα 800 τ.μ. Οι διαστάσεις των ωμόπλινθων, που είχαν
κατασκευαστεί σε καλούπια, ποικίλλουν από 0.40x0.20, έως 0.52x0.26μ. Το σχήμα του τύμβου φαίνεται ότι ήταν πιθανόν ελλειψοειδές.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΝΑΣΚΑΦΗ ΕΩΣ ΣΗΜΕΡΑ
Μετά την ολοκλήρωση της ανασκαφής (1999), οι αρχαιότητες καταχώθηκαν. Ο λόγος ήταν η καλύτερη δυνατή προστασία των μνημείων in situ κατά τη διάρκεια των εργασιών για την ανέγερση
του νέου μουσείου, που θα ακολουθούσε της ανασκαφής. Η μέθοδος κατάχωσης που χρησιμοποιήθηκε ήταν η εξής: τοποθέτηση γεωυφάσματος σε άμεση επαφή με τις αρχαιότητες, τοποθέτηση
κομματιών διογκωμένης πολυστερίνης (γαριδάκι) και ξύλινων δοκών στήριξης, πλήρωση των ενδιάμεσων κενών με άμμο και στα ανώτερα στρώματα, τοποθέτηση αμμοχάλικου τύπου 3 Α.

ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ
ΣΑΘΡΟΤΗΤΑ > Εγκλωβισμένη υγρασία λόγω κατάχωσης
ΡΩΓΜΕΣ > Μηχανικές καταπονήσεις εργασιών ανέγερσης
ΦΥΤΑ > Μεταφορά σπόρων από τον αέρα
ΚΑΤΑΡΡΕΥΣΕΙΣ > Μηχανικές καταπονήσεις και υγρασία

ΠΡΩΤΟ ΣΩΣΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ
Κατά την αποχωμάτωση διαπιστώθηκε πως το Δ τμήμα του Β σκέλους του άνδηρου, παρουσίαζε βαθειές ρηγματώσεις και αποσάθρωση υλικού, ικανές να
προκαλέσουν άμεση κατάρρευση μεγάλων τμημάτων του. Το τμήμα αυτό με ύψος πάνω από 4 μέτρα, είχε και την επιβάρυνση του υπερκείμενου τμήματος του
Μυκηναϊκού τείχους. Σε συνεννόηση με τη Διεύθυνση Συντήρησης πραγματοποιήθηκε εγκιβωτισμός του αποκαλυμμένου τμήματος ως άμεσο σωστικό μέτρο.
Τα στάδια που ακολουθήθηκαν ήταν τα εξής: προστασία του υλικού με μεμβράνη, εφαρμογή στρώσεων γυψόγαζας, ολοκλήρωση γυψονάρθηκα, κατασκευή πλαισίου εγκιβωτισμού και πλήρωση των κενών με περλίτη.

ΠΡΟΤΕΙΝΟΜΕΝΗ ΜΕΘΟΔΟΣ ΣΤΕΡΕΩΣΗΣ
Απλή επιφανειακή στερέωση θα ήταν ανεπαρκής για την εξασφάλιση της στατικότητας του συγκεκριμένου τμήματος, καθώς η σαθρότητα του υλικού είναι
εκτεταμένη και σε βάθος. Θα πρέπει να επιτευχθεί η μεγαλύτερη δυνατή διείσδυση του κατάλληλου υγρού στερεωτικού στο σύνολο του όγκου των πλίνθων.
Η εφαρμογή έχει ως εξής:
- Διαχωρισμός του προς στερέωση όγκου του κτίσματος σε 5 επίπεδα και διάνοιξη κάθετων και διαγώνιων οπών, σε ίσες αποστάσεις μεταξύ τους.
Οι διαγώνιες οπές μας επιτρέπουν την πρόσβαση στο υλικό κάτω από την υπερκείμενη μυκηναϊκή λιθοδομή.
- Εφαρμογή στερεωτικού στο 1/5 του αριθμού των οπών και γέμισμα της οπής με χώμα, μέχρι το επόμενο επίπεδο.
- Αναμονή μέχρι τη στερεοποίηση του στερεωτικού και επανάληψη της διαδικασίας στο επόμενο 1/5 των οπών.
- Με την ολοκλήρωση αυτής της διαδικασίας σε όλες τις οπές, έχει στερεωθεί το επίπεδο 1’ και συνεχίζουμε σταδιακά, μέχρι το επίπεδο 5΄.
- Η διαδικασία εφαρμόζεται ενόσω το τμήμα παραμένει εγκιβωτισμένο. Ολοκληρώνοντας, εφαρμόζουμε στερεωτικό υλικό με ψεκασμό στις εξωτερικές επιφάνειες.

Η εφαρμογή του στερεωτικού υλικού μόνο στο ¼ του όγκου του κάθε επιπέδου, διασφαλίζει τη στατικότητα του κτίσματος κατά τη διάρκεια των εργασιών. Η
εφαρμογή στο σύνολο του όγκου των επιπέδων πιθανά θα δημιουργούσε προβλήματα, λόγω της μείωσης της αντοχής του υλικού κατά τη διάρκεια της υγρής
φάσης του στερεωτικού. Η διάρκεια έγχυσης του υγρού στερεωτικού κάθε φορά, θα είναι ανάλογη με την εξέλιξη του εμποτισμού. Ο χρόνος και η ποσότητα ροής
του στερεωτικού εσωτερικά στις οπές θα προκύψει μετά από εργαστηριακές δοκιμές. Σε ιδανικές συνθήκες, η διαδικασία θα παρακολουθείται με φασματογράφο.

ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΕΣ
Θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε την προϊσταμένη της Θ΄ ΕΠΚΑ, Δρ. Αλεξάνδρα Χαραμή, για την παρότρυνση και τη στήριξή της στη διαδικασία της παρούσας ανακοίνωσης, καθώς και για την
άδειά της για χρήση του φωτογραφικού υλικού των ανασκαφών. Επίσης, θέλουμε να ευχαριστήσουμε την αρχαιολόγο Δρ. Αντωνία Λιβιεράτου, για τα αρχαιολογικά δεδομένα του χώρου.

Δευτέρα 26 Μαρτίου 2012

Συντήρηση και αποκατάσταση της τοιχογραφίας της πομπής των γυναικών από το Καδμείο της Θήβας


ΕΙΣΑΓΩΓΙΚΑ
Η μυκηναϊκή Θήβα αποτέλεσε ένα από τα σπουδαιότερα και ισχυρότερα κέντρα του μυκηναϊκού κόσμου. Ιδίως κατά τους δύο τελευταίους αιώνες της μυκηναϊκής κυριαρχίας (14ο και 13ο αι. π.Χ.) η «επτάπυλη» πόλη των μύθων και των παραδόσεων εξελίχθηκε σε ισχυρό ανακτορικό κέντρο, οργανωμένο πίσω από κυκλώπεια οχύρωση που περιέτρεχε τον λόφο της Καδμείας.

Οι ανασκαφικές έρευνες στο εσωτερικό της Καδμείας έχουν μέχρι στιγμής αποκαλύψει έναν μεγάλο αριθμό κτηρίων.

Αντάξιος της φήμης της μυκηναϊκής πόλης είναι και ο τοιχογραφικός διάκοσμος που προέρχεται από τα ανακτορικά της κτήρια, με προεξάρχουσα πάντοτε την περίφημη «Πομπή των Γυναικών» που κάποτε κοσμούσε έναν μακρύ διάδρομο του λεγόμενου «Παλαιού Καδμείου», του γνωστότερου ίσως ανακτορικού κτηρίου της μυκηναϊκής Θήβας.

Κατασκευάστηκε πριν ή κατά την ΥΕΙΙΙΑ εποχή. Διακοσμήθηκε με εικονιστικές τοιχογραφίες στην ΥΕΙΙΙΑ περίοδο, υπέστη μερική καταστροφή, ίσως από σεισμό, μετασκευάστηκε εν μέρει και τοιχογραφήθηκε πάλι προς τα τέλη ίσως της ΥΕΙΙΙΑ2 περιόδου. Καταστράφηκε τελείως μετά τη μετάβαση στην ΥΕΙΙΙΒ1. 

Στο κτήριο υπάρχουν ενδείξεις για μετατροπές μέσα στη μυκηναϊκή εποχή και πριν την καταστροφή του. Μία μετατροπή μάλιστα ήταν σύγχρονη με το στρώσιμο των θραυσμάτων της τοιχογραφίας της «Πομπής των Γυναικών» στο υπάρχον δάπεδο του δωματίου Ν και την κάλυψή τους με νέο δάπεδο ασβεστοκονιάματος. Δεν είναι, ωστόσο, γνωστό αν η τοιχογραφία αυτή είχε πέσει από κάποιο σεισμό και γι’ αυτό καταχώθηκε εκεί κατά τη μετασκευή του κτηρίου.  

Τα θραύσματα της «Πομπής των Γυναικών» ήλθαν στο φως κατά τις ανασκαφές του Αντώνιου Κεραμόπουλλου το 1929.

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ
Το υλικό της σύνθεσης αποτελείται από 13 παλαιότερα συντηρημένα θραύσματα, τα οποία εκτίθονταν στο παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο Θηβών, καθώς επίσης και από άλλα 42 ξύλινα κιβώτια με θραύσματα που εντοπίστηκαν σε αποθήκη της Εφορείας. Συνολικά, το υλικό ανέρχεται σε 131 ομάδες κονιαμάτων, οι οποίες αποτελούνται από 6.774 θραύσματα.
Αρχικά πραγματοποιήθηκε προκαταρκτική εξέταση και εκπόνηση μελέτης της κατάστασης διατήρησης των θραυσμάτων, καθώς και σχεδιασμός των προτεινόμενων εργασιών συντήρησης της τοιχογραφίας, ο οποίος περιελάμβανε τις εξής εργασίες:
Συγκέντρωση ανασκαφικών στοιχείων (ημερολόγια) και βιβλιογραφίας σχετικά με τη               σύνθεση.
Φωτογράφηση (γενικές λήψεις,  μακροφωτογραφίες).
Δημιουργία Δελτίων Συντήρησης για κάθε ομάδα κονιαμάτων.
Καταγραφή των περιβαλλοντικών συνθηκών φύλαξης και αποθήκευσης των κονιαμάτων.
Καταγραφή των φθορών των κονιαμάτων και των πιθανών αιτιών τους.
Περιγραφή της τεχνολογίας κατασκευής της τοιχογραφίας.
Εξετάσεις και αναλύσεις.

ΣΤΑΔΙΑ ΣΥΝΤΗΡΗΣΗΣ
  Aφαίρεση των παλαιότερων επεμβάσεων συντήρησης (απομάκρυνση του γύψου από την πίσω όψη με μηχανικά μέσα, αφαίρεση της οργανικής κόλλας (γομαλάκα) από τις ακμές με χημικά και μηχανικά μέσα).
Στερέωση των θραυσμάτων με χημικό τρόπο (χρήση ακρυλικής ρητίνης Paraloid B-72 με τη μέθοδο του εμβαπτισμού).
Καθαρισμός των ακμών, της πίσω όψης και της ζωγραφικής επιφάνειας με οργανικό διαλύτη (ακετόνη).
Ενίσχυση και συμπλήρωση των κενών μεταξύ των θραυσμάτων με σύγχρονο κονίαμα αδρανών υλικών (ελαφρόπετρα ,άμμο, τουβλόσκονη) και βινυλικής κόλλας (Vinavil).
Ανασύνθεση και σχεδιαστική αποκατάσταση των σπαραγμάτων της τοιχογραφίας σε σταθερό υποστήριγμα (αλουμινένιο πλαίσιο).
  Αισθητική αποκατάσταση της σύνθεσης.
  Προετοιμασία της τοιχογραφίας για την τοποθέτησή της στον εκθεσιακό χώρο του Μουσείου.

ΤΕΧΝΙΚΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ
Ο τοίχος ήταν λιθόχτιστος και προετοιμασμένος με στρώμα εξομάλυνσης αποτελούμενο από πηλό και άχυρα.
Η τοιχογραφία ήταν πλαισιωμένη με επεξεργασμένα ξύλα, τα οποία άφησαν έντονα το αποτύπωμά τους στη λάσπη.
Το υπόστρωμα της τοιχογραφίας (πάχους 0,5 εκ.- 4 εκ.) αποτελούνταν από τρεις στρώσεις ασβεστοκονιάματος, με την τελευταία ιδιαίτερα καθαρή και λεπτή.
Η ζωγραφική επιφάνεια ήταν χωρισμένη σε τρεις ζώνες: 1) στις διακοσμητικές ταινίες στο άνω μέρος, 2) στο κυρίως θέμα με την «Πομπή των Γυναικών» και 3) στο κάτω μέρος, που αποτελείται από διακοσμητική ζώνη με απομίμηση ορθομαρμάρωσης.
Για το προσχέδιο στο κυρίως θέμα της σύνθεσης ο ζωγράφος χρησιμοποίησε κόκκινη χρωστική για το περίγραμμα των μορφών. 
Οι χρωστικές ήταν από φυσικά υλικά: το ερυθρό και η ώχρα  από οξείδια του σιδήρου, το μελανό από άνθρακα, το γαλανό ήταν ριβεκκίτης ή αιγυπτιακό μπλε, ενώ για το λευκό έκανε χρήση του χρώματος του ασβεστοκονιάματος ή το λευκό «impasto» (παχύρρευστος ασβέστης). Δε γνωρίζουμε ακόμη ποια τεχνική ζωγραφικής νωπογραφία ( fresco) ή ξηρογραφία (secco) χρησιμοποιήθηκε. Αυτό θα  διαπιστωθεί με μελλοντικές αναλύσεις.

Πάνος Αγγελίδης (Συντηρητής), Μαρία Λουκά (Συντηρήτρια), Νίκος Σεπετζόγλου (Ζωγράφος)

Τρίτη 6 Μαρτίου 2012

ΑΠΟ ΤΗ ΜΕΣΗ ΣΤΗΝ ΥΣΤΕΡΗ ΕΠΟΧΗ ΧΑΛΚΟΥ: ΜΙΑ ΟΙΚΟΤΕΧΝΙΚΗ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΑ ΣΤΟΝ ΒΟΙΩΤΙΚΟ ΟΡΧΟΜΕΝΟ

 Δρ. Ιωάννης Φάππας Αρχαιολόγος Θ΄ ΕΠΚΑ
Ανάμεσα στο αρχαιολογικό υλικό από τους οικισμούς της Μέσης Εποχής του Χαλκού στην Ηπειρωτική Ελλάδα απαντά συχνά ένας ιδιαίτερος τύπος πήλινων μικροευρημάτων που είθισται να χαρακτηρίζονται στη βιβλιογραφία ως «χάντρες». Η χρήση τους είναι αινιγματική και μόνο υποθέσεις μπορούν να γίνουν σχετικά με αυτή. Η κατασκευή τους, ωστόσο, φαίνεται πως αποτελούσε μια από τις συνήθεις και καθημερινές οικοτεχνικές δραστηριότητες της εποχής αυτής. Τη συγκεκριμένη δραστηριότητα θα προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε με αφορμή ένα πρόσφατο εύρημα από τον βοιωτικό Ορχομενό.

Η ανασκαφή στον Ορχομενό
Σε ανασκαφική έρευνα. σωστικού χαρακτήρα,  στη θέση «Πάρκο» Ορχομενού, ανατολικά και εγγύτατα του θολωτού τάφου του Μινύου και μεταξύ αυτού και του βυζαντινού ναού της Παναγίας Σκριπούς, αποκαλύφθηκαν οικοδομικά λείψανα που χρονολογούνται στους ΥΕ ΙΙΙΑ2 και ΥΕ ΙΙΙΒ/Γ χρόνους. Η θεμελίωση των τοίχων διατάραξε παλαιότερα στρώματα με αποτέλεσμα μαζί με τη μυκηναϊκή κεραμεική να ανευρίσκονται και όστρακα των ΜΕ και πρώιμων μυκηναϊκών χρόνων (εγχάρακτα και μη τεφρά μινύεια, αμαυρόχρωμα-δίχρωμα, στιλβωμένα κ.α.) (εικ.1).  Το γεγονός αυτό αλλά και ο εντοπισμός παλαιότερων φάσεων που δεν έχει σταθεί δυνατό να διερευνηθούν μέχρι σήμερα υποδηλώνουν ότι ο οικισμός των ΜΕ και των πρώιμων μυκηναϊκών χρόνων εκτεινόταν και στο πεδινό έδαφος, στις υπώρειες του γειτονικού λόφου.

Από τη σχετιζόμενη με τα μυκηναϊκά οικοδομικά λείψανα επίχωση προήλθε ένα σύνολο 725 πήλινων «χαντρών» (εικ.2), οι οποίες βρέθηκαν όλες μαζί σε σωρό. Η συσσώρευση τόσο μεγάλου αριθμού «χαντρών», σε συνδυασμό με την απουσία στοιχείων που να μαρτυρούν την επί τόπου κατασκευή τους, υποδηλώνει ότι αυτές πρέπει να φυλάσσονταν στο χώρο αυτό, ίσως σε κάποιο σάκο από φθαρτό υλικό.

Παράλληλα από άλλες θέσεις
Τα παράλληλα των «χαντρών» του Ορχομενού από την Ηπειρωτική Ελλάδα χρονολογούνται στη Μέση Εποχή του Χαλκού. Ενδεικτικά απαντούν στην Εύτρηση της Βοιωτίας, στις Μυκήνες και στην Ασίνη της Αργολίδας, στα Πευκάκια και στην Άργισσα της Θεσσαλίας. Ωστόσο, στις θέσεις αυτές απαντούν συνήθως ως μεμονωμένα ευρήματα και αυτό μπορεί να οφείλεται τόσο στο μικρό μέγεθος και το φθαρτό υλικό τους, όσο και στο αμελές τους ψήσιμο. Έτσι, μία «χάντρα» έχουν δώσει η Ασίνη, η Άργισσα και τα Πευκάκια, 5 η Εύτρηση και 8 οι Μυκήνες. Σημαντική εξαίρεση αποτελεί ένα σύνολο 40 «χαντρών» που προέρχεται από τις ανασκαφές της Βαυαρικής Ακαδημίας των Επιστημών στις αρχές του περασμένου αιώνα στον Ορχομενό. Αν και δεν είναι γνωστές οι συνθήκες εύρεσής τους, τυπολογικά ταιριάζουν πολύ με το μεμονωμένο παράδειγμα από την Ασίνη και για το λόγο αυτό θα μπορούσαν να χρονολογηθούν στην ίδια περίοδο (ΜΕ). Ωστόσο, ο συγκεκριμένος τύπος ευρημάτων συνεχίζει και στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού και μάλιστα και σε περιοχές πέρα από την Ηπειρωτική Ελλάδα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, εκτός από το σύνολο του Ορχομενού, αποτελούν οι 31 συνολικά «χάντρες» που βρέθηκαν στην Τροία και αποδίδονται στις φάσεις VIf (ΥΕ ΙΙΒ) και VIh (ΥΕ ΙΙΙΑ2).  Από όλες τις παραπάνω θέσεις, πληροφορίες για το αρχαιολογικό σύνολο εύρεσης των «χαντρών» έχουμε μόνο από τις Μυκήνες: οι «χάντρες» που προέρχονται από εκεί βρέθηκαν επάνω στον «ιπνό», την ανοιχτή δηλαδή εστία ενός μεσοελλαδικού οικήματος που εντοπίστηκε στον χώρο του Ταφικού Κύκλου Β και χρονολογείται σε φάση αρχαιότερη των τάφων του.

Η μελέτη των «χαντρών» του Ορχομενού έδωσε ενδιαφέροντα στοιχεία για μια οικοτεχνική δραστηριότητα των ΥΕ χρόνων που, λόγω της εντυπωσιακής ομοιότητας των ίδιων των αντικειμένων αλλά και του τρόπου κατασκευής τους, δεν πρέπει να διέφερε από την αντίστοιχη της ΜΕ περιόδου.

Τρόπος κατασκευής
Όλες οι «χάντρες» είναι φτιαγμένες από ένα μικρό σβώλο πηλού. Αρχικά – και ενώ ήταν ακόμα νωπός – ο σβώλος αυτός πιεζόταν στο ένα άκρο του είτε ανάμεσα στο δείκτη και τον αντίχειρα του χεριού είτε επάνω σε μια επίπεδη επιφάνεια. Στη συνέχεια, στο συμπιεσμένο άκρο του ανοιγόταν οπή, η διάμετρος της οποίας ποικίλει ανάλογα με το μέγεθος της «χάντρας». Τέλος, ο νωπός πηλός ψηνόταν ατελώς σε χαμηλή θερμοκρασία και σε αναγωγικές ή οξειδωτικές συνθήκες, με αποτέλεσμα η «χάντρα» να αποκτά μια φαιά ή καστανή απόχρωση. Αξιοσημείωτο είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις διατηρούνται και τα δακτυλικά αποτυπώματα του κατασκευαστή.

Τεχνικά χαρακτηριστικά

Οι «χάντρες» του Ορχομενού μπορούν να ταξινομηθούν σε 6 διαφορετικές ομάδες (σχ.1, εικ.3) με βάση δύο κυρίως κριτήρια: α) τον τρόπο πλασίματος και β) την επιμέλεια στην τελική τους διαμόρφωση. Είναι σημαντικό ότι, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, με τη διάκριση αυτή συμφωνούν και τα υπόλοιπα χαρακτηριστικά τους, όπως το μέγεθος, το βάρος, η απόχρωση, το είδος του πηλού, καθώς και η διάμετρος της οπής, η οποία δείχνει τη χρήση διαφορετικών εργαλείων διάτρησης (πίν.1).

Πίνακας 1. Ομάδες και τεχνικά χαρακτηριστικά των πήλινων «χαντρών» του Ορχομενού.


Σχ. 1. Οι 6 διαφορετικοί τύποι των πήλινων «χαντρών» του Ορχομενού.
Είναι πιθανό ότι η διάκριση των «χαντρών» στις 6 αυτές ομάδες, η κάθε μία με τα δικά της ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, αντανακλά μια ξεχωριστή διαδικασία για την κατασκευή τους, από την αρχική επιλογή του πηλού και το πλάσιμο μέχρι και το τελικό τους ψήσιμο. Μάλιστα, μπορούμε να υποθέσουμε πως οι έντονες διαφορές που παρατηρούνται στον τρόπο και την επιμέλεια της κατασκευής τους αντιπροσωπεύουν την εργασία έξι τουλάχιστον ατόμων. Τα δακτυλικά αποτυπώματα που σώζονται σε κάποιες από αυτές θα μπορούσαν ίσως να δώσουν απάντηση στην υπόθεση αυτή.

Τεχνολογία όπτησης
Πολύ ενδιαφέροντα στοιχεία έδωσε και η πειραματική επανόπτηση θραυσμάτων από ορισμένες ήδη θρυμματισμένες «χάντρες». Από τη διαδικασία αυτή που έγινε στους 900ο C, δηλαδή στη θερμοκρασία όπτησης της κεραμεικής, ο πηλός έλαβε το χρώμα και της ιδιότητες που θα αποκτούσε αν είχε χρησιμοποιηθεί για την κατασκευή αγγείων, οδηγώντας στα ακόλουθα συμπεράσματα:

1)  Για την κατασκευή των «χαντρών» είχαν χρησιμοποιηθεί τέσσερις κατηγορίες πηλού: α) καθαρός κιτρινωπός, β) καθαρός πορτοκαλόχρωμος, γ) ερυθρός με εγκλείσματα και δ) σκούρος ερυθρός με εγκλείσματα. Οι κατηγορίες αυτές επιβεβαίωσαν την ταξινόμηση των «χαντρών» στις ομάδες που προαναφέρθηκαν, καθώς διαπιστώθηκε ότι για κάθε ομάδα είχε χρησιμοποιηθεί διαφορετικός πηλός. Στις περιπτώσεις που ο ίδιος πηλός είχε χρησιμοποιηθεί σε δύο διαφορετικές ομάδες, αυτές δεν παρουσιάζουν άλλα κοινά χαρακτηριστικά.

2) Ο καθαρός πηλός των κατηγοριών α-β είχε ζυμωθεί ατελώς (εικ.4) με αποτέλεσμα να είναι ακατάλληλος για την κατασκευή αγγείων, δείχνοντας έτσι ότι δεν ήταν πηλός αγγειοπλάστη.

3) Ομοίως, η μεγάλη περιεκτικότητα σε εγκλείσματα ασβεστίου στον πηλό των κατηγοριών γ-δ (εικ.5) καθιστά και αυτόν ακατάλληλο για την αγγειοπλαστική. 

4) Τα εγκλείσματα ασβεστίου στον ίδιο πηλό δεν προκάλεσαν έντονα «σκασίματα» στις «χάντρες», προφανώς γιατί αυτές είχαν ψηθεί σε σχετικά χαμηλή θερμοκρασία. Στο ίδιο συμπέρασμα οδηγεί και το φαιό χρώμα που έχουν πολλές από αυτές, καθώς και το γεγονός ότι είναι αρκετά εύθρυπτες. Αυτή τη χαμηλή θερμοκρασία θα μπορούσε να αποδώσει μόνο μια ανοιχτή φωτιά, για παράδειγμα σε μια οικιακή εστία. Εκεί, κάποιες από τις «χάντρες» σκεπασμένες από τις στάχτες ψήνονταν σε αναγωγικές συνθήκες, αποκτώντας έτσι φαιό χρώμα, ενώ κάποιες άλλες γύρω από τη φωτιά λάμβαναν μια περισσότερο καστανή απόχρωση. Είναι λοιπόν αξιοσημείωτο ότι οι «χάντρες» των Μυκηνών βρέθηκαν ακριβώς επάνω στην εστία του μεσοελλαδικού οικήματος που εντοπίστηκε στον χώρο του Ταφικού Κύκλου Β. 

Χρήση
Η χρήση των αντικειμένων αυτών δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί και μόνο υποθετικά μπορούμε να την προσεγγίσουμε. Ο όρος λοιπόν «χάντρες» χρησιμοποιείται εδώ συμβατικά και δεν αποτελεί προσπάθεια ερμηνείας τους. Η χρήση τους ως κοσμημάτων δεν συγκεντρώνει αρκετές πιθανότητες, κυρίως λόγω της αμελούς κατασκευής πολλών από αυτές, αλλά και του ευτελούς υλικού από το οποίο είναι φτιαγμένες. Επιπλέον, το ιδιότυπο σχήμα τους τις καθιστά ακατάλληλες για χάντρες περιδεραίου. Επίσης, η ύπαρξη οπών διαφορετικών διαμέτρων αποκλείει τον συνδυασμό μικρών και μεγάλων σχημάτων στο ίδιο περιδέραιο, ενώ οι λοξές οπές στις «χάντρες» της τελευταίας ομάδας δείχνουν με αρκετή βεβαιότητα ότι αυτές τουλάχιστον δεν πρέπει να προορίζονταν για τη συγκεκριμένη χρήση.

Η θέση και η κατεύθυνση, ωστόσο, της οπής υποδηλώνει ότι τα αντικείμενα αυτά κρέμονταν κατακόρυφα, απ’ όπου και αν ήταν αναρτημένα. Με βάση την παρατήρηση αυτή θα μπορούσαμε ίσως να τα ερμηνεύσουμε ως χρηστικά αντικείμενα και ειδικότερα ως βαρίδια, παρόλο που σε ορισμένες περιπτώσεις το βάρος τους είναι αμελητέο. Αυτό θα μπορούσε για παράδειγμα να βρει πρακτική εφαρμογή στη χρήση τους ως βαριδίων ραμμένων σε διάφορα υφάσματα ή στο κάτω μέρος παραπετασμάτων και ενδυμάτων. Επίσης, θα μπορούσαν ίσως να αποτελούν βαρίδια για την κατασκευή λεπτών υφασμάτων, ενώ πιθανή είναι και η χρήση τους ως κομβίων.

Συμπεράσματα
Οι θέσεις εύρεσης και η χρονολόγηση των «χαντρών» του τύπου που εξετάσαμε δείχνουν ότι:
1) Πρόκειται για μια αρκετά διαδεδομένη δραστηριότητα που ανάγεται στους ΜΕ χρόνους και συνεχίστηκε τουλάχιστον μέχρι και τις ύστερες περιόδους του μυκηναϊκού πολιτισμού.

2) Η συνέχεια στην ΥΕ δείχνει ότι απλές, καθημερινές δραστηριότητες που αποσκοπούσαν στην εξυπηρέτηση καθημερινών αναγκών δεν άλλαξαν και παρέμειναν αμετάβλητες για αιώνες.

3) Η παρουσία τους στη Μέση αλλά και στην Ύστερη Εποχή του Χαλκού υποδηλώνει όμοιες πρακτικές στη χρήση και ίσως την κατασκευή των αντικειμένων με τα οποία σχετίζονταν.
Επίσης, από τη μακροσκοπική εξέταση και την πειραματική διαδικασία «επανόπτησης» των θραυσμάτων των «χαντρών» προκύπτουν τα ακόλουθα συμπεράσματα:

4) Ο ακατάλληλος, λόγω του μη καλού ζυμώματος αλλά και της περιεκτικότητας σε εγκλείσματα ασβεστίου, πηλός των «χαντρών», καθώς και το αμελές ψήσιμό τους σε χαμηλή θερμοκρασία δείχνουν ότι πρόκειται για μια απλή οικιακή δραστηριότητα που εκτελούταν στα όρια του νοικοκυριού.

5) Οι έντονες διαφοροποιήσεις που αφορούν στα επιμέρους χαρακτηριστικά των «χαντρών» υποδηλώνουν ότι στη διαδικασία κατασκευής τους εμπλέκονταν περισσότερα του ενός άτομα από τον χώρο της οικογένειας, τα οποία έφτιαχναν τις «χάντρες» ακολουθώντας πάντοτε την ίδια απλή διαδικασία.

6)  Οι διαφορετικές κατηγορίες πηλού δείχνουν ίσως ότι η ασχολία αυτή γινόταν περιστασιακά, όταν δηλαδή προέκυπταν οι σχετικές ανάγκες. Το βέβαιο πάντως είναι ότι δεν απαιτούσε εξειδίκευση: λίγο χώμα από την αυλή του σπιτιού και η χρήση της οικιακής εστίας ήταν αρκετά για την κατασκευή τους.

 Σημείωση: για μια πρώτη προσέγγιση των όρων, Πρώιμη Εποχή, Μέση εποχή (ΜΕ),  Ύστερη Εποχή (ΥΕ) διαβάστε στην ιστοσελίδα του πρώην Δήμου Χαιρώνειας

Σάββατο 11 Ιουνίου 2011

Πριν 50.000 χρόνια είχε κατοικηθεί το Σπήλαιο Σαρακηνού στο Ακραίφνιο

ΤO Ακραίφνιο Βοιωτίας είναι ένας οικισμός που ονομάζεται έτσι γιατί κάποτε ήταν στην άκρη της λίμνης Κωπαΐδος. (Το τοπωνύμιο διατήρησε γνώση και μνήμη). Επί της εθνικής οδού Αθηνών - Λαμίας, 100 μ. περίπου προ της εξόδου (αριστερά) προς Ακραίφνιο, υπάρχουν ερείπια παλαιοχριστιανικής εκκλησίας, του Αγ. Βασιλείου, δομημένης με πολλά αρχαία μέλη. Από εδώ μπορείτε να οργανώσετε μια ορειβατική-πεζοπορική εκδρομή για την κορυφή, απ'Α όπου η κατάβαση θα περάσει από το ιερό του Πτώου Απόλλωνα και θα κατευθυνθεί προς το γυναικείο μοναστήρι της Πελαγίας. Ολοκληρώστε την επιστροφή σας από το εκκλησάκι της Αγ. Παρασκευής, που κείται κοντά στο αρχαίο ιερόν, στη θέση Νούσκες, κοντά στον διεθνή δρόμο. Η συνολική πορεία δεν θα διαρκέσει περισσότερο από 5 ώρες.

Το Ακραίφνιο είναι γνωστό για το Σπήλαιο του Σαρακηνού που ευρίσκεται σε υψόμετρο 200 μ. Eχει διαστάσεις 70 Χ 60 μ. και μια είσοδο με 30 μ. φάρδος. Είναι ένα φυσικό ψυγείο (έχει σταθερή θερμοκρασία 16 οC). Φωτίζεται επαρκώς και –περιέργως– δεν έχει σταλακτίτες! Το σπήλαιο αυτό αποτελεί και τη μόνη στρωματογραφημένη προϊστορική θέση στη Στερεά Ελλάδα! Φυσικά, εάν κάποιος ασχοληθεί και με την Αιτωλοακαρνανία που έχει χιλιάδες Σπήλαια, είναι ηλίου φαεινότερον πως θα βρεθεί κι εκεί κάτι ανάλογο.

Σε αυτό το σπήλαιο έχει ευρεθεί παλαιολιθική κατοίκηση (από 50.000 χρόνια)! Ευρέθησαν επίσης σπόροι σιταριού και οσπρίων της 5ης χιλιετίας π.Χ.! Ευρέθη επίσης κεραμεική νεολιθικής εποχής, «τύπου Γωνιάς Κορινθίας και Προσύμνης Αργολίδος». Κι αυτό είναι πολύ σημαντικό, διότι είναι η πρώτη φορά που κάτι τέτοιο ευρίσκεται εκτός Πελοποννήσου. Πράγμα που επισημοποιεί κάτι γνωστό, ακόμη κι απ'Α τον μύθο του Οιδίποδος: Πως Πελοπόννησος και Στερεά είχαν ανταλλακτικό εμπόριο εκείνη την εποχή ήδη… Ευρέθη επίσης ειδωλοπλαστική –πάνω από 1.000 ειδώλια– παρόμοια με αυτά που έχουν ευρεθεί στη Θεσσαλία και στα Θαρούνια Ευβοίας. Αξιοσημείωτο ένα αγαλματίδιο (ύψους 40-50 εκατ.) του 4500 π.Χ. Και ένα ειδώλιο καθιστού ανδρός με προτεταμένα τα γεννητικά του όργανα, κάτι που το καθιστά μοναδικό! Επίσης, πολλά ειδώλια ευρέθησαν γύρω από ένα κέρατο ελαφιού – ασυνήθιστο σε νεολιθικό χώρο. Ακόμη, εργαλεία (30-35000 π.Χ.), άλλα από οψιανό της Μήλου, άλλα από πυριτόλιθο, σφονδύλια για να γνέθουν οι γυναίκες, τσεκούρια (λίθινοι πέλεκεις), κοχύλια (όστρεα) της λίμνης Κωπαΐδος (με οξυγόνο με ισότοπο 18), αποθηκευτικοί λάκκοι με επένδυση πηλού, ενώ το Σπήλαιο είχε και περιορισμένη ταφική χρήση. Το σπήλαιο ήταν εν χρήσει έως και το 2000 π.Χ.

Το 1970 έκανε σε αυτό μια πρώτη ανασκαφή ο Θ. Σπυρόπουλος, αλλά τα καρτελάκια από τα ευρήματά του στο Μουσείο των Θηβών, τα… έφαγαν τα ποντίκια κι έτσι δεν μπορουμε γι' αυτή την εργασία να γνωρίζουμε πολλά πράγματα…

Το τόσο σημαντικό αυτό Σπήλαιο, όπως και σχεδόν όλα τα σπήλαια στη Βοιωτία –ασχέτως εάν είναι ή δεν είναι αρχαιολογικοί χώροι!– έχουν σήμερα χρήση μαντριών από τους εντόπιους κτηνοτρόφους! Μάλιστα, τα ζώα έχουν δημιουργήσει στρώματα κοπριάς σε αυτά! (Στο Ακραίφνιο ένα άλλο ανάλογο σπήλαιο… καιγόταν για 3 χρόνια, διότι η κοπριά καίγεται βραδέως). Σαν να μην έφθανε αυτή η φθορά, πολλά σπήλαια της Κωπαΐδος έχουν μέσα εγκαταστάσεις εκκλησιών, που έχουν προξενήσει επίσης πολλές φθορές σε σημαντικότατα αρχαιολογικά πεδία.

Σε πολλά σπήλαια της Κωπαΐδος σώζονται οι φυσικές καταβόθρες που παροχέτευαν το νερό της, καταβόθρες που διεύρυναν οι Μινύες για να φεύγουν ευκολότερα τα νερά της λίμνης στη θάλασσα και να μην πλημμυρίζουν οι παραλίμνιοι οικισμοί. Υπάρχουν πολλά χιλιόμετρα τέτοιων καταβοθρών!

Για περισσότερα:
Σαμψών Αδ. «Το σπήλαιο Σαρακηνού στο Ακραίφνιο».
Λεκάκης Γ. «Σύγχρονης Βοιωτίας περιήγησις» (υπό έκδοσιν).
Πηγή: ΕΞΠΡΕΣ

Πέμπτη 31 Μαρτίου 2011

Tεκμήρια λατρείας του Hρακλή και των τέκνων του στη Θήβα

Όταν οι ανασκαφές φωτίζουν τα αρχαία κείμενα και αντιστρόφως
του Βασίλη Αραβαντινού
H ανασκαφική αποκάλυψη και η αδιαμφισβήτητη (de facto) ταύτιση αρχιτεκτονικών μνημείων και κινητών ευρημάτων, γνωστών από ρητές αναφορές των αρχαίων πηγών, πεζών και έμμετρων, είναι σπανιότατες στα αρχαιολογικά χρονικά. Όταν λοιπόν επισυμβαίνουν, χαιρετίζονται με γνήσιο ενθουσιασμό.

Ως γνωστόν, οι ελάχιστες αρχαίες ελληνικές γραπτές πηγές, που διασώθηκαν διαμέσου των αιώνων, αποσπασματικά και με τη βοήθεια συνεχούς χειρόγραφης παράδοσης, ποικίλλουν σε βαθμό αξιοπιστίας, ανάλογα με το είδος τους και με το σκοπό της σύνταξής τους. Aν λοιπόν οι πληροφορίες τους αφορούν σε περιγραφές τόπων και γεγονότων απλά και από πρώτο χέρι (αυτοψία), χωρίς άλλες ιδεοληπτικές παραμέτρους, πράγμα αρκετά σπάνιο, είναι κατά κανόνα βάσιμες και παρέχουν πολύτιμες ιστορικές μαρτυρίες. Δικαιούνται να στέκονται στο υψηλότατο βάθρο της ιστορικής αλήθειας, στο ίδιο επίπεδο με τις αρχαίες επιγραφές, που ορθά ονομάστηκαν «φθεγγόμενοι λίθοι» και συνιστούν τα αδιάψευστα και αληθινά τεκμήρια του ιστορικού παρελθόντος μας.

Tι όμως απέμεινε αλώβητο από τις ριζικές αλλαγές του ιστορικού μνημειακού περιβάλλοντος της αρχαιότητας στο πέρασμα τόσων αιώνων; Πόσο μας βοηθούν τα πενιχρά κατάλοιπα των ανασκαφών, άπειρες φορές αναμοχλευμένα και λεηλατημένα, στην εκάστοτε προσπάθεια να ανασυνθέσουμε την αρχική, αυθεντική εικόνα των γεγονότων, που παραδίδουν οι ελάχιστες αξιόπιστες αρχαίες πηγές; Πόσες τέτοιες μαρτυρίες διασώθηκαν ως τις μέρες μας στα λιγοστά αρχαιοελληνικά κείμενα και πόσων λιγότερων ακόμη γνωστών μνημείων εντοπίστηκαν με βεβαιότητα τα ασφαλή, έστω και πενιχρά, ίχνη;

Aνασκάπτοντας στην ευρύχωρη, αρχαία ακρόπολη της Θήβας, την περίφημη Kαδμεία, πυκνοκατοικημένη και αλλοιωμένη σήμερα πιά από τη συνεχή κατοίκηση πενήντα αιώνων, ο συνειδητός αρχαιογνώστης αναμετριέται διαρκώς με τα αμείλικτα αινίγματα της ιστορίας. H διαλεκτική αυτή λειτουργία είναι αναπόφευκτη και αέναη. Nα ρωτάς τα μνημεία και εκείνα να σου θέτουν διαρκώς αινίγματα και γρίφους. Διαρκής άλλωστε είναι και η εναλλαγή του χρόνου και του τόπου των γεγονότων και αδυσώπητη η επίδρασή τους στα ζωντανά όντα και στα άψυχα στοιχεία. Tα αρχαιολογικά κατάλοιπα, -όσων υλών επιβιώνουν στο χρόνο-, είναι εδώ, στη Θήβα, άφθονα και διαχρονικά. Aνεξάντλητα και, κατά κάποιο τρόπο, αντιπροσωπευτικά όλων των εποχών. Mεγάλο όντως και το φορτίο των μύθων. Έτσι λοιπόν εδώ, εντός και εκτός των αρχαίων τειχών, η ερμηνεία των δεδομένων ταλαντεύεται ανάμεσα στην ιστορία και στο θρύλο. H διελκυστίδα τους είναι ισχυρή και η εξισορρόπηση του ερευνητή στο τεντωμένο σκοινί της λογικής και της επιστημονικής αλήθειας όλο και πιό δύσκολη. Για τις αρχαιότερες ιδίως ιστορικές περιόδους απαιτείται επίπονη, κριτική εμβάθυνση και συνεχής βάσανος των παλαιών και νέων γνώσεων.

Tο φθινόπωρο του 2004, άρχισε μια σωστική ανασκαφική παρέμβαση ρουτίνας στην άκρη της Kαδμείας. Tην υποκίνησε η επιθυμία και το δικαίωμα ενός πολίτη να κτίσει νέα οικοδομή στη θέση του παλιού. Eκεί κοντά, όπως φαίνεται, μάλλον ορθά, τοποθετούνται από αρχαίους και νεώτερους ερευνητές, οι πύλες Hλέκτρες. Aπό τα πρώτα της κτυπήματα η σκαπάνη έφερε στο φώς ενδείξεις, που γρήγορα έγιναν αποδείξεις, ολοένα πιό πολλές και δυνατές - για την άσκηση εκεί κάποιας σπουδαίας αρχαίας λατρείας. Oι απαρχές της έδειχναν, από την κεραμεική και άλλα σημάδια, να πηγαίνουν μακριά, ως τα χρόνια τον ομηρικών και των ησιόδειων επών, στα τέλη του 8ου π.X. αιώνα.
Χάλκινο σύμπλεγμα. Ο Ηρακλής παλεύει με το λιοντάρι της Νεμέας. Τέλος του 6ου αρχές του 5ου αι π.Χ.

Στην αρχή λοιπόν φάνηκαν λίγοι σπόνδυλοι κιόνων και μια βάση κιονοστοιχίας, λίθοι με τόρμους για την ένθεση αναθημάτων, αγαλμάτων, αναγλύφων ή ενεπίγραφων στηλών. Aνάμεσα στα ευρήματα διακρίνονταν κατάλοιπα θυσιών και αφιερωματικά αντικείμενα αθλητικών αγώνων· μαχαίρια, οστά και στάχτες, ένας χάλκινος τρίποδας και ένας δίσκος. Στα παραπάνω προστέθηκε ένα μικροσκοπικό μπρούτζινο σύμπλεγμα ή σύνταγμα, όπως σωστά έλεγαν οι παλιοί αρχαιολόγοι, με τον Hρακλή να πνίγει το λιοντάρι της Nεμέας και ένα αγαλματάκι(ειδώλιο) κούρου από το ίδιο υλικό, ενώ ένα τρίτο, του ίδιου τύπου, ήταν γνωστό, από το διπλανό οικόπεδο, από χρόνια.

Tα πρώτα ευρήματα μας έστειλαν, όπως ήταν φυσικό να φρεσκάρουμε τις γνώσεις μας, -που αλλού;- στα αρχαία κείμενα: στον Πίνδαρο και το Παυσανία που περιδιάβηκαν το χώρο σε διαφορετικές εποχές· ο ένας στα χρόνια των περσικών πολέμων, πριν και μετά και ο δεύτερος στα χρόνια του αυτοκράτορα Aδριανού, το δεύτερο αιώνα μετά Xριστόν.

Στο περιγραφικό κείμενο του Παυσανία με τα εξαίρετα σχόλια του N. Παπαχατζή, στο μέρος αυτό της Kαδμείας βρίσκει πλήθος λατρείες και παραδόσεις. O περιηγητής αναφέρει, ανάμεσα σε πλήθος άλλων σεβασμάτων και συμβόλων της πανάρχαιας παράδοσης, ένα ιερό τέμενος με ναό του Hρακλή, οικία του Aμφιτρύωνα με τον θάλαμο της Aλκμήνης, κοινό τύμβο του Aμφιτρύονα και του Iολάου, μνήματα των παιδιών του Hρακλή, μαντικό βωμό τέφρας του Aπόλλωνα Σποδίου, τα γυμναστικά καθιδρύματα του Hρακλείου. Πόσο αξιόπιστες, όμως, ήταν οι πληροφορίες του περιηγητή για μνημεία και κινητά ευρήματα παλιότερα της εποχής του κατά επτά ή δέκα αιώνες;

Aς πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή…Στην ανασκαφή, του οικοπέδου διαπιστώθηκε παλαιότατη κατοίκηση, αναγόμενη στην Πρώιμη Eποχή του Xαλκού (3η π.X. χιλιετία). Kάποια μυκηναϊκά σπίτια, με πιθανό τμήμα του οχυρωματικού, κυκλώπειου τείχους, όχι κατανάγκην σχετιζόμενα με τη λατρεία των ελληνικών χρόνων, δεν αποτέλεσαν έκπληξη μια και ήταν αναμενόμενα στη νοτιοανατολική εσχατιά της ακρόπολης.

Φαίνεται όμως ότι, από το τέλος του 8ου αιώνα π.X. και κατά την αρχή του 7ου, εγκαταστάθηκε στην περιοχή πλήθος λατρείες. Δύο ήταν οι παλαιότατες και σπουδαιότατες: του Hρακλή και του Aπόλλωνα Iσμηνίου. H εποχή ήταν κατεξοχήν ηρωική, με τον Hσίοδο, τον Όμηρο και πλήθος άλλων επικών ποιητών ευνοούσε την εγκαθίδρυση νέων λατρειών θεών και ηρώων. Aνά το πανελλήνιο και ιδίως στη Bοιωτία, που θεωρείται η Bηθλεέμ της ελληνικής θρησκείας, παράλληλα με τη χρήση του αλφαβήτου και της ποίησης, διαπιστώνεται θρησκευτική και πολιτική κινητικότητα, δραστήρια ναυσιπλοΐα και βαθιές πολιτικές και κοινωνικές μεταβολές. Eξάλλου τα ησιόδεια έπη Θεογονία και Έργα και Hμέρες, που σώθηκαν ακέραια, και κυρίως η πρόοδος των διάφόρων τομέων της τέχνης, επιμαρτυρούν για τα παραπάνω φαινόμενα στην ίδια τη Bοιωτία.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες του Θηβαίου ποιητή Πινδάρου και τα πρόσφατα αρχαιολογικά ευρήματα, στην περιοχή δυτικά των Hλεκτρών, εγκαθιδρύθηκε τέμενος λατρείας του ημίθεου Hρακλή και των μελών ακόμη της οικογενείας του από το τέλος τουλάχιστον του 8ου αι. π.X. Aπό τους στίχους του 4ου Iσθμιόνικου, αφιερωμένου σε νίκη του Θηβαίου αθλητή Mελίσσου, και από τα αρχαία σχόλια στον ίδιο ύμνο, συνάγεται ότι λίγο έξω (πέρα) από τις Hλέκτρες πύλες (Hλεκτρών ύπερθεν), τελούνταν ετήσιες εορτές με θυσίες και αγώνες προς τιμήν του θεϊκού Hρακλή καθώς επίσης και νυκτερινοί εναγισμοί προς τιμήν των αδικοχαμένων τέκνων του, οκτώ ηρώων πολεμιστών, που του χάρισε η Θηβαία πριγκίπισσα Mεγάρα, κόρη του γνωστού ηγεμόνα Kρέοντα.

O Πίνδαρος περιγράφει παραστατικότατα τις τελετές, και μιλά για τις φωτιές που καίγαν ολονύχτια, τους φρεσκοστεφανωμένους βωμούς και την κνίσα των σφαγίων, που λάκτιζε τα ουράνια. Oι αντικειμενικές και σαφείς μαρτυρίες του ποιητή για τις τελετές στο τέμενος του Hρακλή και των παιδιών του, κοντά στις πύλες Hλέκτρες, επιρρωνύονται ευτυχώς από τα πρόσφατα αρχαιολογικά δεδομένα. Eντούτοις φωτίζουν μόνο στιγμαία και αμυδρά τις γοητευτικές πτυχές της λατρείας, που παρέμενα ως τώρα άγνωστες.

Όλα όσα αναφέρει ο Πίνδαρος, ότι λάμβαναν χώραν επί των ημερών του, διαπιστώθηκαν και ανασκαφικά. Bωμοί και εσχάρες με τέφρα θυσιών, προσφορές αγγείων με επιγραφές ανάθεσης στον Hρακλή. Kι ακόμη ένας περίβολος με κίονες που περιέκλειε στο εσωτερικό του ένα κενοτάφιο. Hταν ένας λάκκος σε σχήμα τάφου, που δεχόταν προσφορές, σύμφωνα ίσως με το τελετουργικό που περιγράφεται στον Όμηρο. Άγνωστο παραμένει άν πρόκειται για κοινό κενοτάφιο των νεκρών ηρώων ή αν υπάρχουν και άλλοι επτά παρόμοιοι λάκκοι στο εσωτερικό του περιβόλου, στο άσκαφο ακόμη οικόπεδο του γείτονα, πέρα από το δυτικό πρανές της ανασκαφής μας με τις θεόρατες επιχώσεις. Tουλάχιστον ο Πίνδαρος μιλά για οκτώ ήρωες πολεμιστές, παιδιά όλα του Hρακλή από την Mεγάρα. Στο λάκκο-κενοτάφιο θα γίνονταν χοές με μέλι και κρασί ή και με αίμα των σφαγίων των θυσιών και άλλες θα καίγονταν, μια και άφησαν πίσω τους σημάδια φωτιάς και τέφρας. Nυκτερινοί ήταν οι εναγισμοί προς τιμήν των νεκρών ηρώων Hρακλειδών και πρωινές, στο φώς του ήλιου, οι θυσίες για τον θεό γονέα τους. Γύρω-γύρω υπήρχε πλήθος αφιερωμάτων. Mια πλατεία οδηγούσε στους τετράγωνους, μονολιθικούς βωμούς των θυσιών και στον ορθογώνιο περίβολο με τους σωρούς τέφρας και αγγείων. Kάποια αγγεία περιείχαν παραστάσεις από τη ζωή του Hρακλή, από την αρπαγή της Διηάνειρας και τον φόνο του Kενταύρου, από τα κατορθώματα και τις μυθικές εκστρατείες του.

H ανασκαφή συνεχίστηκε προσφέροντας καθημερινά νέες συγκινήσεις και χειροπιαστές αποδείξεις για τη λατρεία του Hρακλή. Mαζεύοτηκαν κομμάτια αρχαϊκών γλυπτών από τα πρώτα του είδους, με δαιδαλική τεχνοτροπία, σκαλισμένα σε μαλακή, πορώδη πέτρα, πατημένα σε δάπεδα ή εντοιχισμένα στα θεμέλια του ιερού περιβόλου. Aφιερώματα, συγκρίσιμα με ανάλογα από άλλα ονομαστά ιερά και τεμένη της αρχαιότητας(Δελφούς, Oλυμπία, Kαλαπόδι, Mίλητο). Aντικείμενα θυσίας, και κεραμική με διακόσμηση από την γεωμετρική ως την κλασική εποχή και επιγραφικά τεκμήρια αποδεικτικά για τη λατρεία του «μεγίστου» ήρωα και ημιθέου της ελληνικής μυθολογίας δεν έπαυσαν να έρχονται στο φώς και ελπίζεται ότι θα βρεθούν και στο διπλανό άσκαφο οικόπεδο.

Eνδιαφέρον όμως έχει να μάθουμε τι είχε δεί, ακούσει και εντέλει πίστευε ο Παυσανίας όταν βρέθηκε, επτά ολόκληρους αιώνες μετά τον Πίνδαρο, στον ίδιο χώρο. O περιηγητής, ως γνωστόν, επισκέφθηκε τη Θήβα στα χρόνια του φιλέλληνα αυτοκράτορα Aδριανού. Tη βρήκε μικρή και ασήμαντη πολίχνη, τόπο μουσειοποιημένων θαυμασίων ακουσμάτων και οραμάτων. Λίγα είδε και πιότερα άκουσε γι’αυτήν. Oι μισθωμένοι συνοδοί του παραγέμιζαν την ξενάγηση με διηγήσεις φανταστικές και αλλόκοτες. Συχνά το έκαναν συνειδητά, ώστε να αυξάνουν το ενδιαφέρον του ξένου και συνάμα την δική τους αμοιβή. O σημερινός νοιασμένος αναγνώστης ανιχνεύει τις υπερβολές ή τα αναπόδεικτα σημεία. H σύγκριση άλλωστε των μνημειακών λεπτομερειών μετά τόσους αιώνες, από τον Πίνδαρο ως τον Παυσανία, μετά την ολική καταστροφή των Θηβών από τον Mεγαλέξανδρο θα ήταν ματαιοπονία.

Στον καλόπιστο Παυσανία που έμπαινε στην ακρόπολη απο την πύλη των Hλεκτρών, οι ντόπιοι έδειξαν στα αριστερά του τα «ερείπια της Aμφιτρύωνος οικίας», και ανάμεσά τους τον «Aλκμήνης θάλαμον…». Tου είπαν ότι τον έκτισαν για τον οικοδεσπότη οι μυθικοί αδελφοί, αρχιτέκτονες, Tροφώνιος και Aγαμήδης. Eκεί, του είπαν, ο Δίας ζευγάρωσε κρυφά με την Aλκμήνη παίρνοντας τη μορφή του Aμφιτρύωνα, όταν αυτός ήταν στην εκστρατεία κατά των Tηλεβόων. Eκεί γεννήθηκε ο ημίθεος Hρακλής και εκεί λέγεται ότι έπνιξε τα φίδια, που έστειλλε η Ήρα για τον εξοντώσει. Στο ίδιο σπίτι, κατά μία παράδοση, μάλλον όχι θηβαϊκή, λέγεται ότι εφόνευσε, σε στιγμή αλλοφροσύνης, «μαινόμενος», τα ανήλικα τέκνα του. Για του λόγου το αληθές στον ξένο επισκέπτη οι οδηγοί έδειξαν και το μνήμα των παιδιών και του διηγήθηκαν πολλές άλλες ιστορίες σχετικές με τον τόπο και τις λατρείες του. Eνδιαφέρων είναι ο θρύλος για τον «σωφρωνιστήρα λίθον» με τον οποίο η Aθηνά κτύπησε δήήθεν τον Hρακλή και τον απέτρεψε από τον φόνο του επίγειου πατέρα του και η διήγηση για τις Φαρμακίδες που εμποδιζαν τον τοκετό της Aλκμήνης κατά παραγγελία της Ήρας.

O ναός του Hρακλή και τα συνεχόμενα με αυτόν ιδρύματα, γυμνάσιο και στάδιο, ανήκαν μάλλον στο ίδιο ευρύτερο σύνολο και βρίσκονταν και αυτά στα νότια των Hλεκτρών αλλά δεν έχει ταυτιστεί η ακριβής θέση τους. Έτσι το κείμενο του Παυσανία γι’αυτά και για τον σπόδιο μαντικό βωμό του Aπόλλωνα δεν διασταυρώνεται με τα δικά μας ανασκαφικά δεδομένα που είναι κατά πολύ παλαιότερά τους. Tα στρώματα της ανασκαφής μας σχεδόν στο σύνολό τους, σφραγίστηκαν ίσως στο τέλος της αρχαϊκής περιόδου. Kάπου κοντά τους όμως η λατρεία των πολυπληθών ηρώων του οίκου του Hρακλή, του Iόλαου, του Aμφιτρύωνα, της Mεγάρας με τα οκτώ παιδιά της, της Aλκμήνης, συνεχιζόταν ως το τέλος της αρχαιότητας. Tα ευρήματα και η χρονολογία τους προδίδουν μια μεγάλη καταστροφή και ίσως και μια πρόσκαιρη μετατόπιση των χώρων λατρείας των Hλεκτρών ίσωας μετά τα Περσικά. Υποθέτουμε ότι τα παραπάνω στοιχεία συνδυάζονται με την επίθεση και τις λεηλασίες των Eλλήνων έξω από τα τείχη των Θηβών την επαύριο της μάχης των Πλαταιών (479 π.X.). H πολιορκία της πόλης, που τήρησε φιλοπερσική στάση, κράτησε κατά τον Hρόδοτο δεκαεννιά μέρες, όσες χρειάστηκαν για να παραδώσουν οι Θηβαίοι, τους πρωτεργάτες του μηδισμού τους, που τιμωρήθηκαν για την πράξη τους με την εσχάτη των ποινών.

Tην γενναία συνδρομή των πληροφοριών των αρχαίων κειμένων που προσαρμόζεται κριτικά στα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα, υποβοηθώντας την ερμηνεία τους, συμπληρώνουν μοναδικά κινητά ευρήματα με πρώτα και καλύτερα τα αυθεντικότατα επιγραφικά. Σε μία αποσπασματική επιγραφή επιγραφή, σε χάλκινο έλασμα, που βρέθηκε το δεξί μισό της, διαβάζουμε τη συγκλονιστική αφιέρωση «στον άριστο…στον αθάνατο…» επίθετα που και τα δύο ταιριάζουν ανέκαθεν μόνο στον ημίθεο Hρακλή. Aμέσως παρακάτω αναφέρονται οι«παίδες» του και παρακάτω το σύντομο κείμενο τελειώνει με το πατρώνυμο και το αξίωμα του αναθέτη «βοιωταρχέοντος», που ανέθεσε δηλαδή την προσφορά του, όταν ήταν βοιωτάρχης. Σε μια άλλη αναθηματική επιγραφή, διπλογραμμένη σε χάλκινη εξάρτυση αλόγου, υπάρχει το όνομα του Θηβαίου Mελίσσου, δοξασμένου νικητή αρματοδρομίας των Iσθμίων, που υμνείται από τον Πίνδαρο και που αγόρι είχε συμμετάσχει στα Hράκλεια. Eίναι όντως συγκινητική η επιγραφική ταύτιση ιστορικών προσώπων μέσα στις αθάνατες ωδές του ποιητή και στα αντικείμενα που οι ίδιοι αφιέρωσαν στο, βεβαιωμένο ανασκαφικά, τέμενος του Hρακλέους και των ηρώων απογόνων του. Προφανώς ο αριστοκρατικός Θηβαίος ποιητής και μαζί του η επιτόπια παράδοση του καιρού του, σε αντίθεση με άλλους ποιητές και λογοτέχνες(Φερεκύδη, Στησίχορο, Eυριπίδη, Πανύαση), που ακολουθούσαν άλλες εκδοχές του μύθου, δεν δεχόταν την άποψη για την παρανοϊκή μανία του ημίθεου κατά των νηπίων και των άλλων οικείων του, που υιοθετεί πολύ αργότερα και ο Παυσανίας.

Σοβαρή θέση στην ταύτιση του ιερού χώρου κατέχουν και οι αρχαϊκές επιγραφές αγγείων (grafitti) αφιερωμένων στον Hρακλή. Στον περίβολο με την τέφρα βρέθηκαν πολλές εκατοντάδες ακόσμητων χυτρών από υγρές προσφορές. Aνάμεσα σ’αυτόν και στους λίθινους βωμούς αρύβαλλοι ενώ στο διπλανό οικόπεδο προς τις πύλες ένα καλοκτισμένο πηγάδι παρείχε το νερό των θυσιών. Tα πολυπληθή ευρήματα, που είναι βέβαιο ότι στο εγγύς μέλλον θα αυξηθούν με νέες έρευνες στο δυτικό άσκαφο οικόπεδο. H μελέτη του θα απαιτήσει πολύχρονη εργασία. Θα αξιολογηθούν οι αυθεντικές πληροφορίες του Πινδάρου, ενώ όσα μνημεία περιγράφονται εξ’αυτοψίας από τον Παυσανία, πιθανόν να αποκαλυφθούν εκεί κοντά.

O Hρακλής είναι η κυρίαρχη μορφή της ελληνικής μυθολογίας και η πιό διάσημη ηρωική προσωπικότητα του αρχαίου κόσμου. Aπό τον περιορισμένο χώρο των μεγάλων μυθικών κύκλων της Bοιωτίας και της Aργολίδας ο μύθος του απλώθηκε σ’όλη τη γνωστή, στην ελληνορωμαϊκή αρχαιότητα, Oικουμένη. O μοναδικός ήρωας, που ανέβηκε στον Όλυμπο μαζί με τους αθανάτους κυριάρχησε θεματικά στην αρχαία ποίηση και τη λογοτεχνία. Eκεί εμφανίζεται σε ανθρώπινα μέτρα και για τούτο αποτέλεσε το πρότυπο του Έλληνα πολίτη, που πάσχιζε καθημερινά να επιβιώσει και να αναδείξει τις ικανότητές του σε ένα, συχνά αντίξοο, φυσικό και κοινωνικό περιβάλλον. O εντοπισμός του πυρήνα της αρχέγονης λατρείας του στη Θήβα συμβάλλει στη ερμηνεία αφενός πολλών χωρίων των αρχαίων κειμένων, προσθέτοντας τις μαρτυρίες νέων επιγραφών, καθώς και στην αξιοποίηση των αρχαιολογικών ευρημάτων και των καλλιτεχνικών και ιδεολογικών τάσεων, που αυτά εκπροσωπούν.
Ήρωας παλεύει με τέρας αδιάγνωστης ταυτότητας. Υστερογεωμετρικό αγγείο των αρχών του 7ου αι. π.Χ.

Δημοσιευμένο στη ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΩΤΟΧΡΟΝΙΑ 66ος τόμος. 

Παρασκευή 16 Απριλίου 2010

Η ΜΑΧΗ ΤΟΥ ΔΗΛΙΟΥ

Κατά το έβδομο έτος του Πελοποννησιακού Πολέμου το 424/3 π.Χ., οι Αθηναίοι σχεδίασαν επίθεση από τρεις πλευρές εναντίον των Βοιωτών. Στόχος τους ήταν να αποκτήσουν μια βάση εξόρμησης στα σύνορα Αττικής-Βοιωτίας, στο Δήλιον και ταυτόχρονα να δημιουργήσουν ένα καταφύγιο για τους δημοκρατικούς Βοιωτούς. Σύμφωνα με το σχέδιο, οι δημοκρατικοί εξόριστοι του Ορχομενού και οι Φωκείς θα κατελάμβαναν τη Χαιρώνεια, ο στρατηγός Δημοσθένης θα έπλεε από τη Ναύπακτο και θα κατελάμβανε τις Σίφες, επίνειο των Θεσπιών, και ο στρατός με αρχηγό τον Ιπποκράτη θα κατελάμβανε το Δήλιον (σημερινό Δήλεσι), επίνειο της Τανάγρας και Ιερό του Απόλλωνος Δηλίου.
Ωστόσο, το σχέδιο αυτό προδόθηκε και ναυάγησε, προτού ακόμη εφαρμοσθεί. Ο Δημοσθένης έφτασε νωρίτερα στις Σίφες, οι οποίες δεν παραδόθηκαν, και η επιχείρηση εναντίον της Χαιρώνειας δεν πραγματοποιήθηκε, διότι οι εξόριστοι δημοκρατικοί φοβήθηκαν να κινηθούν. Μόνον ο Ιπποκράτης κατέλαβε το Δήλιον, σύμφωνα με το σχέδιο.
Η αντίδραση των αρχηγών της Βοιωτικής Ομοσπονδίας υπήρξε άμεση. Έξω από το Δήλιον δόθηκε φονική μάχη, η οποία αρχικά υπήρξε αμφίρροπη. Οι Αθηναίοι κατάφεραν να κυκλώσουν το αριστερό σκέλος της βοιωτικής παρατάξεως και να φονεύσουν πολλούς από τους γενναία αγωνιζόμενους Θεσπιείς, «το άνθος» της πόλεως κατά τον Θουκυδίδη. Αντίθετα, στο δεξιό σκέλος υπερίσχυσαν οι Θηβαίοι, οι οποίοι, με αρχηγό τον Βοιωτάρχη Παγώνδα, έδωσαν τελικά την οριστική τροπή στη μάχη, με αποτέλεσμα να υποστούν οι Αθηναίοι τη μεγαλύτερη, μετά από την Κορώνεια, ήττα. Ένας από τους Αθηναίους πολεμιστές που κατάφεραν να διαφύγουν σώοι από το πεδίο της μάχης ήταν και ο φιλόσοφος Σωκράτης.
Ονόματα πεσσόντων στη μάχη του Δηλίου το 424 π.Χ. χαραγμένα στο επιτύμβιο βάθρο.
Η μάχη του Δηλίου έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εξέλιξη της πολεμικής τακτικής, διότι σ’ αυτήν εφαρμόστηκε για πρώτη φορά η «λοξή φάλαγγα», την οποία τελειοποίησε πολύ αργότερα ο Επαμεινώνδας.
Οι νεκροί Βοιωτοί τάφηκαν με τιμές σε πολυάνδρια, στις Θεσπιές και την Τανάγρα : σε επιτύμβιο κυβόλιθο από γκρίζο ασβεστόλιθο, ο οποίος θεωρείται ότι αποτελούσε τμήμα του πολυανδρίου της Τανάγρας, αναγράφονται σε τέσσερις στήλες τα ονόματα 61 Ταναγραίων και 2 Ερετριέων πεσσόντων στη μάχη (βλ. μεταγραφή της επιγραφής). Σε Ταναγραίους πολεμιστές της μάχης αποδίδονται και δύο από τις επιτύμβιες στήλες από μαύρο ασβεστόλιθο, με εγχάρακτες παραστάσεις, -του Σαυγένους και του Κοιράνου-, οι οποίες κατασκευάστηκαν σε θηβαϊκό εργαστήριο και εκτίθενται στο Μουσείο Θηβών (βλ. σχέδιο).

Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

Τίφα ή Σίφαι

Στον κόλπο της Δομβραίνας βρίσκονται οι Βοιωτικές αρχαίες πόλεις Σίφαι ή Τίφα. Στον ανατολικό μυχό του κόλπου τής Δομβραίνας, στη σημερινή Αλυκή, βρίσκεται η αρχαία Τίφα, για τους κατοίκους της οποίας ο Παυσανίας παρατηρούσε ότι από παλιά καυχώνται πως τα ναυτικά είναι ικανότεροι ανάμεσα στους Βοιωτούς και διατηρούν την ανάμνηση ενός ντόπιου Τίφυ που είχε προτιμηθεί να γίνει κυβερνήτης της Αργούς.
Ο Τίφης του Αγνίου ήταν ο πρώτος στον κατάλογο των αργοναυτών και αυτός ο οποίος κατάφερε να σώσει το καράβι στις Συμπληγάδες Πέτρες. Από ναυπηγό Θεσπιέα κατασκευάστηκε στο επίνειο των Θεσπιών, δηλαδή την Σίφα ή και Αλυκή, η Αργώ, το καράβι που μετέφερε τον Ιάσονα στην Αργοναυτική εκστρατεία .Στα Αργοναυτικά του Απολλώνιου παρουσιάζεται ο Τίφυς από τάς Σίφας ικανότατος στην οδήγηση του πλοίου, βοηθούμενος από τα αστέρια και τον Ήλιο, και δεινότατος στο να προβλέπει τις καταιγίδες.
Η Τίφα ή Σίφαι , όπως συνηθέστερα λεγόταν ,χρησίμευε ως λιμάνι των Θεσπιών ,όπως και η γειτονική προς ανατολή πόλη Κρεύσις .Στην Τίφα υπήρχε ένα Ηράκλειο ιερό και οι κάτοικοί της έκαναν κάθε έτος γιορτή προς τιμή τού Ηρακλή. Δεξιά του οικισμού της Αλυκής δεσπόζει σε λόφο ο οχυρωτικός περίβολος των Σιφών , που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα π.Χ. (Οι πληροφορίες είναι από την ιστοσελίδα του Δήμου Θίσβης)
Περπατήσαμε το κάστρο της Αλυκής και μείναμε έκπληκτοι από τις κατασκευές και τη θέα. Μοιραζόμαστε μαζί σας την εμπειρία και τις εικόνες. Η πρόσβαση δεν είναι και πολύ εύκολη.
Σημείωση: Κάτι πού μάθαμε και είναι εξωφρενικό είναι ότι κάτοικος της Αλικής για να ανοίξει το δρόμο στη παραλία γκρέμισε μια πύλη του κάστρου! Εμπόδιζε την ασφαλτόστρωση βλέπετε… Δείτε τις φωτογραφίες: